ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΓΙΑ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΤΡΑΧΗΛΟΥ ΤΗΣ ΜΗΤΡΑΣ. ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΩΣ;
Ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας αποτελεί σπάνια επιπλοκή μιας συχνότατης λοίμωξης, της λοίμωξης από τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων, Human Papilloma Virus ( HPV ). Πρόκειται για καρκίνο με μακρά φυσική ιστορία και βραδεία εξέλιξη. Αναγνωρίζονται σαφείς, εμμένουσες προκαρκινικές αλλοιώσεις, οι οποίες αποτελούν στόχο των προγραμμάτων μαζικού προσυμπτωματικού ελέγχου ρουτίνας ( screening ). Σκοπός είναι η πρώιμη διάγνωση και θεραπεία των προκαρκινικών αλλοιώσεων, πριν την ανάπτυξη διηθητικής νόσου. Σήμερα, η κύρια μέθοδος screening είναι η κυτταρολογική εξέταση των αποφολιδούμενων επιθηλιακών κυττάρων του τραχήλου ( test Papanicolaou ) και η περαιτέρω διαλογή γίνεται, κυρίως, με την κολποσκοπική εξέταση της ζώνης μετάπλασης. Τα τελευταία χρόνια η ενσωμάτωση της ανίχνευσης του HPV-DNA στον έλεγχο των γυναικών αναδεικνύει την ανερχόμενη αξία των μοριακών τεχνικών.
Η δευτερογενής πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας περιλαμβάνει τα διαγνωστικά εργαλεία που διαθέτει ο γιατρός στη φαρέτρα του, προκειμένου να αναγνωρίσει τις γυναίκες εκείνες που βρίσκονται σε πραγματικό κίνδυνο. Εδώ λοιπόν, ανήκουν η κυτταρολογία ( συμβατική – test Pap και υγρής φάσης – LBC ), η κολποσκόπηση, το HPV-DNA test και τέλος νεότεροι βιοδείκτες όπως το HPV E6/E7 mRNA test, η ανοσοϊστοχημεία p16/ki67 και το ιϊκό φορτίο.
Η κυτταρολογία υγρής φάσης ( LBC, Thin Prep 1996, Sure Path 1999 ) αύξησε ελαφρώς την ευαισθησία ανίχνευσης προκαρκινικών αλλοιώσεων στον τράχηλο της μήτρας συγκριτικά με τη συμβατική κυτταρολογία ( test Pap ), διατηρώντας την υψηλή ειδικότητα. Παρόλα αυτά, τα βασικά μειονεκτήματα της κυτταρολογίας παραμένουν το υψηλό ποσοστό ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων και συνεπώς η αποτυχία πρόληψης σημαντικού αριθμού καρκίνων τραχήλου, καθώς και η εγγενής υποκειμενικότητα της μεθόδου αφού επαφύεται στον ανθρώπινο παράγοντα. Η ευαισθησία ( αληθώς θετικά αποτελέσματα ) και η ειδικότητα ( αληθώς αρνητικά αποτελέσματα ) της κυτταρολογίας, με όποια μεθοδολογία εκτίμησης κι αν υπολογιστούν, δεν υπερβαίνουν το 75% και 95% αντίστοιχα. Έχει φτάσει λοιπόν η εποχή προσθήκης νέων μεθόδων στο ήδη επιτυχημένο πρόγραμμα screening, ενώ επιπλέον μελετάται κι η ανάλογη προσαρμογή των κατευθυντήριων οδηγιών παρακολούθησης των γυναικών. Κι όλα αυτά, προκειμένου ο καρκίνος του τραχήλου να περάσει στην ιστορία.
Η ανεύρεση του DNA του ιού που επιτυγχάνεται με το HPV-DNA test, το οποίο λαμβάνεται όπως το Pap test, αυξάνει την ευαισθησία του screening για την ανίχνευση προκαρκινικών αλλοιώσεων στον τράχηλο και μπορεί να επιμηκύνει τα μεσοδιαστήματα επανελέγχου, παραπέμποντας όμως περισσότερες γυναίκες για κολποσκόπηση, αφού διαθέτει χαμηλότερη ειδικότητα συγκριτικά με την κυτταρολογία. Τα αυξημένα όμως ποσοστά παραπομπών για κολποσκόπηση συνεπάγονται, ενδεχομένως, ‟υπερθεραπεία” με διακύβευμα μελλοντικές επιπλοκές στην αναπαραγωγική ζωή των γυναικών, συμπεριλαμβανομένου και του πρόωρου τοκετού. Επιπλέον, το HPV-DNA test έχει χαμηλότερη θετική προγνωστική αξία ( PPV ) συγκρινόμενο με την κυτταρολογία. Η PPV εκφράζει την πιθανότητα ένα άτομο με θετική εξέταση να νοσεί. Η PPV των HPV-DNA tests, στο γενικό πληθυσμό, κυμαίνεται από 2% έως 8%. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να κινητοποιήσουμε 100 γυναίκες και να τις υποβάλουμε σε περιττό έλεγχο και πιθανή ‟υπερθεραπεία”, προκειμένου να αναγνωρίσουμε τις 2 έως 8, οι οποίες διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο. Το μειονέκτημα αυτό, καλείται να παρακάμψει το HPV mRNA test, το οποίο ανιχνεύει το mRNA των ογκογονιδίων E6 και E7 του ιού, που ενεργοποιούνται κατά τη διαδικασία εξαλλαγής του επιθηλιακού κυττάρου σε καρκινικό και συνεπώς διαθέτει υψηλότερη ευαισθησία, ειδικότητα και PPV από το HPV-DNA test. Παρ’ όλη την αποδεδειγμένη ακρίβεια και αξιοπιστία του, η εφαρμογή του στην κλινική πράξη παραμένει, προς το παρόν, περιορισμένη.
Μελετώντας τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των διαγνωστικών εργαλείων που διαθέτουμε, διαπιστώθηκε ότι ο συνδυασμός της κυτταρολογίας και του HPV-DNA test, που καλείται Co-testing, εμφανίζει την υψηλότερη ευαισθησία και ειδικότητα στην ανίχνευση προκαρκινικών αλλοιώσεων συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη μέθοδο ξεχωριστά, αφού εκμεταλλεύεται τα πλεονεκτήματα και των δύο τεχνικών.
Στον παρακάτω πίνακα περιγράφονται οι κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής εταιρείας κολποσκόπησης και παθολογίας τραχήλου που εφαρμόζονται στις Η.Π.Α. από το 2012. Παρόλα αυτά, αξίζει να αναφερθεί ότι καμιά Ευρωπαϊκή χώρα, έως σήμερα, δεν έχει ενσωματώσει στις κατευθυντήριες οδηγίες της, το HPV-DNA test. Διενεργείται, βέβαια, έρευνα προς αυτή την κατεύθυνση.
Καλέστε όλο το 24ωρο σε κάθε επείγουσα περίπτωση.